- περιφερής
- και περφερής, -ές, ΝΑ(για επιφάνεια ή γραμμή) κυκλικός, κυκλοτερής, καμπύλοςαρχ.1. αυτός που κινείται κυκλικά2. (για σώματα) σφαιρικός3. (για ύφος τού λόγου) περίτεχνος, περίκομψος4. ασταθής, μη σταθερός, κυμαινόμενος5. το ουδ. ως ουσ. τὸ περιφερέςη περιφέρεια.επίρρ...περιφερῶς Ακυκλικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < περι-* + -φερής (< φέρω), πρβλ. κατα-φερής].
Dictionary of Greek. 2013.